Σαν σήμεÏα Îφυγε από τη ζωή ο ΟδυσσÎας ΕλÏτης
Ο ΟδυσσÎας ΕλÏτης υπήρξε Îνας απÏŒ τους σπουδαιÏŒτερους ποιητÎς μας, που τιμήθηκε με ΝÏŒμπελ Λογοτεχνίας το 1979. ΑποτÎλεσε Îνα απÏŒ τα επίλεκτα μÎλη της λεγÏŒμενης «γενιάς του τριάντα» στον χÏŽρο της καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Ο ΟδυσσÎας ΑλεπουδÎλης, ÏŒπως ήταν το πραγματικÏŒ του ÏŒνομα γεννήθηκε στις 2 Νοεμβρίου 1911 στο Ηράκλειο της Κρήτης. Ήταν ο μικρÏŒτερος απÏŒ τα Îξι παιδιά του ΛÎσβιου επιχειρηματία ΠαναγιÏŽτη ΑλεπουδÎλη και της συμπατριÏŽτισσάς του Μαρίας Βρανά. Ο πατÎρας του εγκαταστάθηκε το 1895 στο Ηράκλειο, ÏŒπου ίδρυσε εργοστάσιο σαπωνοποιίας και πυρηνελουργίας, και δÏο χρÏŒνια αργÏŒτερα παντρεÏτηκε τη μητÎρα του.
Με την Îκρηξη του Α' Παγκοσμίου ΠολÎμου το 1914, ο ΠαναγιÏŽτης ΑλεπουδÎλης μεταφÎρει την επιχειρηματική του δραστηριÏŒτητα στην Αθήνα και εγκαθίσταται με την οικογÎνειά του στην οδÏŒ ΣÏŒλωνος 98α. Σε ηλικία Îξι ετÏŽν ο ΟδυσσÎας εγγράφεται στο ιδιωτικÏŒ ΛÏκειο Μακρή, που βρισκÏŒταν τÏŒτε στην οδÏŒ Ιπποκράτους. Το 1918 πεθαίνει η μεγαλÏτερη αδελφή του Μυρσίνη, σε μÏŒλις ηλικία 20 ετÏŽν. Το 1923, Îνα Îτος μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, η οικογÎνεια ΑλεπουδÎλη ταξιδεÏει στο εξωτερικÏŒ (Ιταλία, Ελβετία, Γερμανία, Γιουγκοσλαβία). Το 1924 θα γνωρίσει στη Λωζάνη τον ΕλευθÎριο ΒενιζÎλο, που αποτελοÏσε το πολιτικÏŒ ίνδαλμα της οικογÎνειάς του.
Το φθινÏŒπωρο του 1924 μετεγγράφεται στο Γ' Γυμνάσιο ΑρρÎνων ΑθηνÏŽν και τον επÏŒμενο χρÏŒνο χάνει τον πατÎρα του. Σ' αυτή την περίοδο των μαθητικÏŽν του χρÏŒνων εκδηλÏŽνονται τα πρÏŽτα πνευματικά του ενδιαφÎροντα. Συνεργάζεται με το περιοδικÏŒ Διάπλασις των Παίδων, διαβάζει ελληνική και γαλλική λογοτεχνία και το 1927 Îρχεται σε επαφή με την ποίηση του Καβάφη. Το 1928 παίρνει το απολυτήριο του τÏŒτε Γυμνασίου και γνωρίζει την ποίηση του ΚÏŽστα Καρυωτάκη. ÎŒλα αυτά τα χρÏŒνια ο ΟδυσσÎας επισκεπτÏŒταν σχεδÏŒν κάθε καλοκαίρι κάποιο απÏŒ τα νησιά του Αιγαίου, γεγονÏŒς που θα επηρεάσει το λυρικÏŒ υπÏŒστρωμα της ποίησής του.
Το 1929 αποτελεί καθοριστικÏŒ Îτος για την ποιητική του διαδρομή. ΑνακαλÏπτει τον σουρεαλισμÏŒ και διαβάζει ΛÏŒρκα και Ελιάρ. Γράφει τα πρÏŽτα του ποιήματα και τα στÎλνει με ψευδÏŽνυμο σε περιοδικά. Το 1930 εγγράφεται στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου ΑθηνÏŽν και η οικογÎνειά του μετακομίζει στην οδÏŒ Μοσχονησίων 146 (Πλατεία Αμερικής). Το 1933 γίνεται μÎλος της Ιδεοκρατικής Φιλοσοφικής Ομάδας του Πανεπιστημίου και συμμετÎχει σε εκδηλÏŽσεις και συζητήσεις με τους Ιωάννη Συκουτρή, Ιωάννη ΘεοδωρακÏŒπουλο, ΠαναγιÏŽτη ΚανελλÏŒπουλο και Κωνσταντίνο Τσάτσο.
Το 1935 θα γνωρίσει τον ποιητή και ψυχαναλυτή ΑνδρÎα Εμπειρίκο, που θα επηρεάσει καθοριστικά την ποίησή του, ÏŒπως και τη λαÏŠκή ζωγραφική του ΘεÏŒφιλου, η οποία θα ασκήσει σημαντική επίδραση στον εικονιστικÏŒ προσανατολισμÏŒ της ποίησής του. Τον ίδιο χρÏŒνο, ο φίλος και ομÏŒτεχνÏŒς του ΓιÏŽργος Σαραντάρης τον φÎρνει σε επαφή με τη λογοτεχνική συντροφιά, που εξÎδιδε το πρωτοποριακÏŒ περιοδικÏŒ ΝÎα Γράμματα. Την αποτελοÏσαν, μεταξÏ Î¬λλων, οι ΓιÏŽργος ΣεφÎρης, ΓιÏŽργος Θεοτοκάς, ΓιÏŽργος Κατσίμπαλης και ΑνδρÎας ΚαραντÏŽνης. Στα ΝÎα Γράμματα θα δημοσιευτεί το πρÏŽτο του δÏŒκιμο ποίημα με τίτλο Του Αγαίου, με την υπογραφή: ΕλÏτης.
Το 1936 γνωρίζεται με τον ποιητή Νίκο Γκάτσο και απÏŒ τÏŒτε θα τους συνδÎσει μια μακρÏŒχρονη και στενή φιλία. Στην παρÎα τους εντάσσονται οι ζωγράφοι Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας και Γιάννης ΜÏŒραλης, καθÏŽς και ο ποιητής Νίκος ΚαρÏδης, δημιουργÏŒς του εκδοτικοÏ οίκου Ίκαρος, ο οποίος θα εκδÏŽσει τα περισσÏŒτερα απÏŒ τα βιβλία του ΕλÏτη. Τον ίδιο χρÏŒνο θα διακÏŒψει τις σπουδÎς του στη Νομική και θα στρατευθεί. Θα απολυθεί ως Îφεδρος αξιωματικÏŒς το 1938.
Τον ΔεκÎμβριο του 1939, ÏŒταν ο Β' ΠαγκÏŒσμιος ΠÏŒλεμος Îχει ξεσπάσει, θα εκδÏŽσει σε 300 αντίτυπα την πρÏŽτη ποιητική συλλογή του με τίτλο Προσανατολισμοί, μια φωτεινή αχτίδα μÎσα «στη συννεφιά του κÏŒσμου». Το 1940 η οικογÎνεια ΑλεπουδÎλη μετακομίζει στην οδÏŒ Ιθάκης 31 και την ίδια χρονιά ο Σάμουελ Μπο-Μποβί μεταφράζει τα πρÏŽτα ποιήματα του ΕλÏτη στα γαλλικά.
Με την Îκρηξη του ελληνοÏŠταλικοÏ πολÎμου (28 Οκτωβρίου 1940) επιστρατεÏεται ως ανθυπολοχαγÏŒς και ο παγωμÎνος χειμÏŽνας του '40, τον βρίσκει στην πρÏŽτη γραμμή του πυρÏŒς. Στις 13 Δεκεμβρίου 1940 προωθείται με το λÏŒχο του εντÏŒς του αλβανικοÏ εδάφους. Στις αρχÎς του 1941 παθαίνει κοιλιακÏŒ τÏφο και μεταφÎρεται ετοιμοθάνατος στο νοσοκομείο των Ιωαννίνων. ΓλυτÏŽνει τον θάνατο ως εκ θαÏματος και μεταφÎρεται στην Αθήνα. Η μακριά του ανάρρωση συμπίπτει με την εισβολή των ΓερμανÏŽν στην Ελλάδα και την επακολουθήσασα Κατοχή.
Το 1943 κυκλοφορεί τη δεÏτερη ποιητική του συλλογή Ήλιος ο ΠρÏŽτος μαζί με τις παραλλαγÎς πάνω σε μιαν αχτίδα, μια αλληγορική αντίσταση μÎσα στην Κατοχή, καμουφλαρισμÎνη σε μια υπερρεαλιστική φÏŒρμα, ÏŒπως η ΑμοργÏŒς του Γκάτσου και ο Μπολιβάρ του ΕγγονÏŒπουλου, που κυκλοφοροÏν την ίδια χρονιά.
Το 1945 συνεργάζεται με το υπερρεαλιστικÏŒ περιοδικÏŒ Τετράδιο. ΔημοσιεÏει μεταφράσεις ποιημάτων του ΛÏŒρκα κι Îνα δικÏŒ του Îργο, την ελεγεία Άσμα ηρωικÏŒ και πÎνθιμο για τον χαμÎνο ανθυπολοχαγÏŒ της Αλβανίας. Την ίδια χρονιά, με εισήγηση του ΓιÏŽργου ΣεφÎρη, τοποθετείται διευθυντής προγράμματος του ΕθνικοÏ ΙδρÏματος Ραδιοφωνίας (ΕΙΡ), θÎση απÏŒ την οποία παραιτείται μετά απÏŒ λίγο. Την περίοδο αυτή ασχολείται με τη ζωγραφική, που ήταν μια παλιά του απασχÏŒληση, συμπληρωματική της ποίησης του.
Το 1948 φεÏγει απÏŒ την Ελλάδα, που δοκιμάζεται απÏŒ τον ΕμφÏλιο ΠÏŒλεμο, για την Ελβετία και απÏŒ εκεί στο Παρίσι, ÏŒπου εγκαθίσταται. Εκεί γνωρίζεται με την πρωτοπορία της γαλλικής διανÏŒησης (ΜπρετÏŒν, Ελιάρ, Τζαρά, Καμί) και Îρχεται σε επαφή με εικαστικοÏς καλλιτÎχνες, ÏŒπως οι Πικάσο, Ματίς, Σαγκάλ και ΤζιακομÎτι. Το 1950 επισκÎπτεται την Ισπανία και στο τÎλος του ίδιου χρÏŒνου εγκαθίσταται στο Λονδίνο, ÏŒπου συνεργάζεται με το BBC.
Το 1952 επιστρÎφει στην Ελλάδα και τον επÏŒμενο χρÏŒνο επανακάμπτει στο ΕΙΡ ως διευθυντής προγράμματος, θÎση που θα κρατήσει για Îνα μονάχα χρÏŒνο. Το 1959 κυκλοφορεί το Άξιον Εστί, μια κορυφαία στιγμή της ελληνικής λογοτεχνίας. Ο ποιητής καταδÏεται στις ρίζες του ελληνικοÏ μÏθου και αντλεί υλικÏŒ και μορφÎς, εικÏŒνες και ήχους, επιτυγχάνοντας μια δραματική σÏνθεση, στην οποία το λυρικÏŒ «εγÏŽ» ταυτίζεται με το επικÏŒ «εμείς» και η σÏγχρονη γραφή συνδυάζεται με μια περιουσία, αρχαία βυζαντινή και νεÏŽτερη. Το Îργο αυτÏŒ του ΕλÏτη θα γνωρίσει πλατιά αναγνÏŽριση και θα γίνει «κτήμα του ΛαοÏ», ÏŒταν θα μελοποιηθεί απÏŒ τον Μίκη Θεοδωράκη το 1964.
Το 1967 το πραξικÏŒπημα της 21ης Απριλίου τον βρίσκει να μεταφράζει αποσπάσματα της ΣαπφοÏς, στη νÎα του κατοικία επί της οδοÏ Σκουφά 23. Το 1969 φεÏγει για δεÏτερη φορά απÏŒ την Ελλάδα και εγκαθίσταται στο Παρίσι, ÏŒπου θα παραμείνει Îως το 1971, οπÏŒτε επιστρÎφει οριστικά στην Ελλάδα. Μετά την πτÏŽση της δικτατορίας, διορίζεται πρÏŒεδρος του ΔιοικητικοÏ Συμβουλίου του Ε.Ι.Ρ.Τ. και μÎλος για δεÏτερη φορά του ΔιοικητικοÏ Συμβουλίου του ΕθνικοÏ Θεάτρου (1974 - 1977). Παρά την πρÏŒταση της ΝÎας Δημοκρατίας να συμπεριληφθεί στο ψηφοδÎλτιο των βουλευτÏŽν Επικρατείας, ο ΕλÏτης αρνείται, παραμÎνοντας πιστÏŒς στην αρχή του να μην αναμιγνÏεται ενεργά στην πολιτική πρακτική. Το 1977 αρνείται, επίσης, την αναγÏŒρευσή του ως ΑκαδημαÏŠκοÏ.
Το 1979 Îρχεται η μεγάλη στιγμή για τον ποιητή. Στις 18 Οκτωβρίου η Σουηδική Ακαδημία ανακοινÏŽνει ÏŒτι θα του απονεμηθεί το βραβείο ΝÏŒμπελ Λογοτεχνίας «για την ποίησή του, που με βάθρο την ελληνική παράδοση περιγράφει με αισθητική δÏναμη και υψηλή πνευματική διακριτικÏŒτητα, τον αγÏŽνα του σÏγχρονου ανθρÏŽπου για την ελευθερία και τη δημιουργία». Στην ανακοίνωση της Σουηδικής Ακαδημίας επισημαίνεται ÏŒτι το Άξιον Εστί αποτελεί Îνα απÏŒ τα αριστουργήματα της ποίησης του 20ου αιÏŽνα. Ο ΕλÏτης παρÎστη στην καθιερωμÎνη τελετή απονομής στις 10 Δεκεμβρίου 1979 στη ΣτοκχÏŒλμη, παραλαμβάνοντας το βραβείο απÏŒ τον βασιλιά της Σουηδίας Κάρολο ΓουσταÏο και γνωρίζοντας παγκÏŒσμια δημοσιÏŒτητα.
Τα επÏŒμενα χρÏŒνια θα είναι αρκοÏντως δημιουργικά για τον ΕλÏτη, με σημαντικÎς εκδÏŒσεις Îργων του στην ποίηση, το δοκίμιο και τη μετάφραση. Οι διακρίσεις και οι τιμÎς για το Îργο του, εντÏŒς και εκτÏŒς της Ελλάδας, θα συνεχιστοÏν και θα ενταθοÏν. Ο ΟδυσσÎας ΑλεπουδÎλης θα φÏγει απÏŒ τη ζωή στις 18 Μαρτίου 1996, σε ηλικία 85 ετÏŽν.








